Τζαζ, κλασική μουσική, electronica, post–rock, ambient -ακόμα και φολκ μοτίβα– συνθέτουν την ηχητική «παλέτα» ενός από τα πιο πρωτότυπα συγκροτήματα της εποχής μας, των Βρετανών Mammal Hands.
Ενόψει της συναυλίας τους στην Αθήνα την Κυριακή 27 Απριλίου, κουβεντιάζουμε με τα μέλη της μπάντας.
Γιατί «Mammal Hands», για αρχή; Και πώς συνδέεται η επιλογή του ονόματος του γκρουπ με τη μουσική σας – ή μεταφράζεται σ’ αυτή;
Nick Smart: Το όνομα ήταν κάτι που σκέφτηκα όταν ξεκίνησε το συγκρότημα, σε όλους μας άρεσε ο ήχος του και πιστεύαμε ότι ταίριαζε καλά με τη μουσική την οποία ξεκινούσαμε να δημιουργούμε.
Ωστόσο, δεν υπάρχει συγκεκριμένο βαθύ νόημα ή ένας λόγος που το επιλέξαμε, απλώς μας άρεσε και το υιοθετήσαμε!
Κατάγεστε από το Νόριτς, μια από τις πιο ανατολικές -και πιο απομονωμένες- βρετανικές πόλεις. Ωστόσο, η μουσική σας είναι ταυτόχρονα ενδοσκοπική/εσωστρεφής και μεγάλης εμβέλειας, αψηφώντας τις ταξινομήσεις.
Σε ποιον βαθμό αυτή η αντικειμενική αίσθηση της απομόνωσης, πολιτιστικής και γεωγραφικής, επέτρεψε σταδιακά τη σφυρηλάτηση της ποικίλης μουσικής κατεύθυνσης του συγκροτήματος;
Jordan Smart: Είμαι λοιπόν το μόνο μέλος που ζει αυτή τη στιγμή στο Nόριτς, αν και το συγκρότημα ξεκίνησε εδώ, εξαπλώθηκε και άλλαξε με τα χρόνια.
Νομίζω πως πιο σημαντική από τη γεωγραφική απομόνωση ήταν η μουσική, επειδή δε μεγαλώσαμε ως κομμάτι κάποιας συγκεκριμένης σκηνής.
Εγώ κι ο Nick μεγαλώσαμε στην εξοχή κι έπειτα περάσαμε τα εφηβικά μας χρόνια στο Νόριτς, οπότε υπήρχε μια ευρεία γκάμα συγκροτημάτων τα οποία περιόδευαν που περνούσαν από το τοπικό κέντρο τεχνών.
Τοπικά, έπαιζαν επίσης πολλές post-rock και άλλες μπάντες.
Η προσέγγιση πολλών διαφορετικών στιλ και η έκθεση σε διαφορετικά είδη και τρόπους δημιουργίας μουσικής μάς βοήθησε να βρούμε, τελικά, έναν τρόπο να δοκιμάσουμε και να ενσταλάξουμε όσα απολαμβάναμε σε άλλα γκρουπ στο στιλ μας.
Χρειάζεται βέβαια χρόνος, αλλά σημαίνει ότι δε λειτουργούμε συμβατικά τώρα κι έχουμε πολλή δημιουργική ελευθερία μέσα στο εγχείρημά μας.
«Η μουσική έχει την ικανότητα να γεμίζει τόσους πολλούς χώρους στη ζωή μας. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να είναι καταφύγιο, […] κοινωνική, […] αποκαλυπτική, […] μνήμη, […] αυτό που χρειαζόμαστε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή», έχετε δηλώσει.
Τι θα απογινόμασταν ως υπάρξεις χωρίς τη μουσική και γιατί η μουσική είναι τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της δημιουργικής και της υπόλοιπης καθημερινότητάς σας; Πώς καταπολεμάτε τις γοητευτικές «σειρήνες» του μουσικού μέινστριμ;
Jordan Smart: Δε νομίζω ότι είναι πραγματικά δυνατό να φανταστεί κάποιος μια ζωή χωρίς μουσική. Είναι μέρος ενός πολύπλοκου ιστού μάθησης, ακρόασης, ανάπτυξης δεξιοτήτων κ.λπ.
Όπως προανέφερα, νομίζω πως η μουσική προσαρμόζεται ώστε να είναι αυτό που χρειάζεσαι σε μια χρονική στιγμή.
Επίσης, ο λόγος για τον οποίο γράφεις, εξασκείσαι και παίζεις μεταβάλλεται με την ηλικία και τα συναισθήματα.
Συζητούσα με τον Rob για αυτό τις προάλλες. Μιλούσαμε για την τοποθέτηση κουζινών, και μου είπε ότι μέσω αυτής της διαδικασίας έμαθε ένα σωρό χρήσιμες δεξιότητες για τον συντονισμό και την προσέγγιση των ντραμς.
Απλώς μου θύμισε πως, αν ζεις δημιουργικά, όλα αλληλοεπηρεάζονται.
Ταυτίζεστε με κάποιο συγκεκριμένο μουσικό ρεύμα, τάση ή κοινότητα είτε στη Μεγάλη Βρετανία, είτε σε παγκόσμιο επίπεδο;
Rob Turner: Νομίζω ότι οι καλλιτέχνες που καταλαμβάνουν crossover ή εξειδικευμένους τομείς της μουσικής τείνουν να είναι ανοιχτοί σε ένα ευρύ φάσμα επιρροών.
Συλλογικά, ακούμε και εκτιμούμε μουσική από πολλές διαφορετικές παραδόσεις, διαδικασία η οποία μπορεί ταυτόχρονα να σε εμπνέει και, μερικές φορές, να σε κατακλύζει όταν πρόκειται για τη σύνθεση.
Γι’ αυτό υπάρχουν περίοδοι απομόνωσης και εστίασης – όπου καθίσταται απαραίτητο να φιλτράρουμε τις εξωτερικές επιρροές και να εκλεπτύνουμε έναν ήχο.
Μεγάλο μέρος της μουσικής, ακόμα κι αν ακούγεται εντελώς διαφορετικό στην επιφάνεια, μοιράζεται τεχνικές σύνθεσης και ρυθμικές ιδέες οι οποίες μπορούν να διασταυρωθούν σε αυτό που κάνουμε.
Για μένα, το να φτιάξω μπιτ δεν έχει να κάνει με το να μιμηθώ κάτι το οποίο έχω ακούσει, αλλά με το να κατανοήσω πώς και γιατί λειτουργεί.
Και συχνά, στην προσπάθεια να αντιγράψω ή να αποδομήσω έναν ρυθμό, κάτι απρόσμενο αναδύεται, οδηγώντας σε εντελώς νέους ήχους. Αυτή η διαδικασία ανακάλυψης με συναρπάζει περισσότερο.
Η ύπαρξη, η ταυτότητα, το συλλογικό ασυνείδητο και ο εκτοπισμός είναι μερικοί από τους θεματικούς άξονες που στοχεύετε να εξερευνήσετε μέσα από τη δουλειά σας.
Θα θέλατε να αναλύσετε τις υπαρξιακές, φιλοσοφικές και κοινωνικοπολιτικές σας ανησυχίες;
Jordan Smart: Νομίζω ότι αναφέρεσαι σε μερικές από τις ιδέες στους τίτλους των τραγουδιών και των άλμπουμ. Πρόκειται συχνά για αναφορές σε θέματα και ιδέες που διαβάζουμε ή σκεφτόμαστε τη στιγμή κατά την οποία γράφουμε τη μουσική.
Ο Γιουνγκ είναι πολύ σημαντικός για μένα. Ανέκαθεν έβρισκα τις σκέψεις του απίστευτες και σχετικές με τη δημιουργική δουλειά.
Η σύνδεση με το ασυνείδητο, τη δική σου ταυτότητα και τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν το μυαλό και το σώμα σου είναι κλειδί γι’ αυτή.
Τα στοιχεία αυτά είναι σημαντικά όσον αφορά στη συναυλία και στην είσοδο σε καταστάσεις που σου επιτρέπουν να βάλεις τον καλύτερο εαυτό σου στη μουσική.
Rob Turner: Μου αρέσει να βλέπω τη μουσική ως μια πιο άμεση και ευθεία μορφή έκφρασης από τη γλώσσα.
Ενώ οι λέξεις βασίζονται στον ορισμό μιας εμπειρίας αφού αυτή έχει ήδη γίνει αισθητή, η μουσική μπορεί να συλλάβει και να επικοινωνήσει συναισθήματα, ιδέες και κοινές εμπειρίες με τρόπο ο οποίος παρακάμπτει τους περιορισμούς της γλώσσας.
Επιτρέπει μια βαθύτερη σύνδεση – μια σύνδεση που δεν περιορίζεται από την ανάγκη πλαισίωσης σύνθετων, αφηρημένων εμπειριών σε λέξεις.
Η μουσική κινείται ρευστά μεταξύ του προσωπικού και του συλλογικού. Φιλτράρεται μέσα από την ατομική αντίληψη αλλά αντηχεί σε ένα ευρύτερο επίπεδο, αγγίζοντας μια κοινή συνείδηση.
Με αυτόν τον τρόπο, γεφυρώνει την απομόνωση του εαυτού με κάτι μεγαλύτερο, προσφέροντας μια μορφή επικοινωνίας που μοιάζει πιο ενστικτώδης και καθολική.
Φαίνεται να υπάρχει μια αισθητική ενότητα ανάμεσα στο οπτικό στοιχείο της ηχογραφημένης δουλειάς σας, στα εξώφυλλα των άλμπουμ δηλαδή, και στην ίδια τη μουσική.
Πώς λειτουργεί συνήθως η διαδικασία της σύνθεσης των εξωφύλλων;
Nick Smart: Μέχρι τώρα, όλα τα εξώφυλλά μας έχουν σχεδιαστεί από τον Dan Halsall, ο οποίος συνήθως δουλεύει αρκετά διαισθητικά, ακούγοντας τη μουσική και ανταποκρινόμενος με ιδέες που μας στέλνει στη συνέχεια.
Έπειτα, μοιραζόμαστε τις δικές μας σκέψεις και τον ενημερώνουμε για το τι φάνηκε να λειτουργεί καλύτερα για εμάς.
ΤοGift from the Trees είναι το πιο πρόσφατο, και ίσως ολοκληρωμένο σας άλμπουμ μέχρι σήμερα: περιπετειώδες, ρέον, γεμάτο σιγουριά και νύξεις για σημαντικότερα επιτεύγματα στο μέλλον.
Υπάρχουν στιγμές που νιώθετε περιορισμένοι στο αστικό περιβάλλον και εύχεστε να εναρμονιζόσασταν περισσότερο με το πνεύμα της υπαίθρου;
Rob Turner: Τις περισσότερες φορές, αλλά κάποια πράγματα τα οποία είναι απαραίτητα για τη δημιουργία μουσικής δεν υπάρχουν στο δάσος, όπως η ηλεκτρική ενέργεια, τα αεροδρόμια και τα σουπερμάρκετ Τesco!
Γίνατε θερμά δεκτοί στην προηγούμενη αθηναϊκή σας συναυλία. Σας τρέφει η προσμονή της αλληλεπίδρασης με το κοινό της κάθε συναυλίας; Αναζωογονεί/επαναπροσδιορίζει/εμπλουτίζει το μουσικό σας όραμα;
Jordan Smart: Δεν μπορώ να μιλήσω εξ ονόματος όλων, αλλά εμένα, οπωσδήποτε.
Διατηρεί τη μουσική και τη συζήτηση μεταξύ των μελών της μπάντας ζωντανές και συνεχείς, και τροφοδοτεί το μυαλό να ασχοληθεί με το πνεύμα σε μια αίθουσα στη διάρκεια ενός σόου.
Συχνά επιστρέφεις από μια περιοδεία αισθανόμενος σωματικά εξαντλημένος, αλλά διανοητικά θρεμμένος, θεωρώ.
Η Αθήνα είναι ξεχωριστή για εμάς, καθώς εγώ και ο Nick είμαστε κατά το ήμισυ Κύπριοι, οπότε το να παίζουμε στην Ελλάδα γενικά είναι για εμάς μια ωραία σύνδεση με αυτήν την πλευρά της οικογένειας και των προγόνων μας.
Οι Mammal Hands εμφανίζονται λάιβ στο Gazarte – Main Stage (Βουτάδων 32-34, Γκάζι) την Κυριακή 27 Απριλίου. Ώρα προσέλευσης: 20:00. Ώρα έναρξης: 21:00.