Ο αυτοαποκαλούμενος «γηραιότερος έφηβος του κόσμου», ο frontman και τραγουδιστής των The Fuzztones, Rudi Protrudi, έρχεται, παρέα με την θρυλική γκαράζ μπάντα του, για μια μοναδική συναυλία στο An Club στις 16 Οκτωβρίου.
Μια κουβέντα μαζί του, που σε μία περίπτωση προκαλεί δυσφορία.
Είσαι ο αυτοαποκαλούμενος «γηραιότερος έφηβος του κόσμου». Υπάρχει μια υγιής δόση παιδικότητας, (αυτο)σαρκασμού, ακόμη και αυταρέσκειας, σ’ αυτόν τον ισχυρισμό και σε άλλους στους οποίους έχεις προβεί όλα αυτά τα χρόνια.
Τι σημαίνει το να είσαι έφηβος;
Μπορώ μόνο να σου πω τι σημαίνει για μένα να είμαι έφηβος. Θέλω να είμαι κυρίαρχος του εαυτού μου και να παίρνω τις δικές μου αποφάσεις, παρά τα όσα έχουν να πουν επ’ αυτού οι αυθεντίες – ακόμη κι οι συνομήλικοί μου.
Να κάνω την διασκέδαση προτεραιότητά μου και να ζω όσο πιο απαλλαγμένος μπορώ από έναν τρόπο ζωής σε έναν κόσμο που συνεχώς προσπαθεί να με περιορίζει.
Επειδή ήμουν πραγματικά έφηβος στην δεκαετία του 1960, εξακολουθώ να περιβάλλω τον εαυτό μου με την μουσική, την μόδα και την κουλτούρα που λάτρεψα εκείνη την περίοδο.
Αυτό με βοηθά να διατηρώ την εφηβική νοοτροπία, ακόμη και σ’ αυτή την ηλικία.
Όντας, λοιπόν, ο ίδιος έφηβος, χάρη στους Beatles απέκτησες εμμονή με το ροκ εντ ρολ, πήρες μια κιθάρα και σε ηλικία 14 ετών, σχεδόν πριν από 60 χρόνια, είχες δημιουργήσει το πρώτο σου συγκρότημα, King Arthur‘s Quart.
Πήρα μια κιθάρα στα 12 μου, αφού είδα τους Beatles στο τηλεοπτικό σόου του Ed Sullivan.
Μέσα από αυτούς ανακάλυψα τον σπουδαίο Chuck Berry, από τον οποίο έμαθα πώς να παίζω κιθάρα, κάνοντας εξάσκηση στους δίσκους του σε καθημερινή βάση.
Μόλις ένιωσα ότι ήμουν αρκετά καλός στην κιθάρα για να ξεκινήσω ένα συγκρότημα, αυτό ακριβώς έκανα.
Παίξαμε σε μερικούς χορούς γυμνασίου και εφήβων πριν διαλυθούμε και κατόπιν έφτιαξα το δεύτερο συγκρότημά μου, τους Rigor Mortis, το 1967.
Έχοντας υπάρξει τόσο καιρό στον χώρο της μουσικής, και με όλα τα σκαμπανεβάσματα, τις χαρές και τον πόνο, «την ομορφιά και την αιματοχυσία», πώς εγγράφεται ο χρόνος μέσα σου;
Είναι απλώς μέρος της ζωής μου. Αν είχα μια κανονική δουλειά, μάλλον θα βίωνα ακόμα σκαμπανεβάσματα, ομορφιά και αίμα.
Πιστεύω στο να ακολουθείς το όνειρό σου, ανεξάρτητα από το πόσα εμπόδια μπορεί να σταθούν στον δρόμο σου – πρέπει απλά να επιμείνεις σ’ αυτό και να τα ξεπεράσεις.
Αν επιλέξεις μια «ασφαλέστερη» διαδρομή και εγκαταλείψεις τα όνειρά σου, είσαι καταδικασμένος να ζήσεις μια ζωή τύψεων – αναρωτιέσαι πάντα πώς θα ήταν η ζωή σου αν μόνο είχες το θάρρος να κυνηγήσεις το όνειρό σου.
Αφού το επόμενο γκρουπ σας, οι Tina Peel, διαλύθηκε, συνέχισες σχηματίζοντας τους Fuzztones πριν από σχεδόν 45 χρόνια.
Θεωρηθήκατε «αναβιωτές» του είδους της γκαράζ ψυχεδέλειας εκείνη την εποχή. Αντιλαμβανόσασταν κι εσείς τους εαυτούς σας ως τέτοιους;
Πάντα μισούσα τον όρο «αναβιωτές», αν και διαδραματίσαμε καθοριστικό ρόλο στον να εφιστήσουμε την προσοχή του κοινού σ’ αυτό το είδος μουσικής.
Ο όρος, τουλάχιστον όταν χρησιμοποιήθηκε από τους κριτικούς, έμοιαζε πάντα να έχει μια αρνητική χροιά, σαν να μην ήμασταν πρωτότυποι…
Πάντα πίστευα ότι ήταν μάλλον παράλογο να εξευτελίσω το συγκρότημα επειδή έπαιζε μια μορφή μουσικής που είχε εγκαταλειφθεί και ξεχαστεί.
Στην πραγματικότητα, η μουσική που προωθούσαν όλοι οι κριτικοί ήταν εξαιρετικά μη πρωτότυπη και προϊόν οποιασδήποτε μπάντας ήταν δημοφιλής μια δεδομένη περίοδο.
Το γεγονός ότι δεν αντιγράψαμεκάποιο συγκεκριμένο συγκρότημα αλλά, στην πραγματικότητα, συνδυάσαμε διάφορα στοιχεία από διάφορες μπάντες -και γκαράζ μπάντες της δεκαετίας του 1960 και τρας και παμπ ροκ της δεκαετίας του ’70, όπως οι Stooges και οι MC5- για να δημιουργήσουμε τον δικό μας, εύκολα αναγνωρίσιμο ήχο και στιλ διαφεύγει εντελώς από τους κριτικούς.
Σας αποδίδονται τα εύσημα για την εισαγωγή αυτού του ήχου στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Πιστεύετε ότι πράγματι έχετε συμβάλει στο να γίνει γνωστό και αγαπημένο το γκαράζ ροκ στην Ευρώπη;
Ναι, οι Fuzztones ήταν το πρώτο συγκρότημα που έφερε την μουσική «γκαράζ» στην Ευρώπη.
Και όχι μόνο την λεγόμενη «αναβίωση του γκαράζ ροκ», αλλά απλά το «γκαράζ», καθώς κανένα από τα γκαράζ συγκροτήματα της δεκαετίας του ’60 δεν περιόδευσε ποτέ στην Ευρώπη.
Εφόσον δεν ήσασταν «αναβιωτές», πώς βλέπατε τους εαυτούς σας, λοιπόν;
Απλά θεωρούσαμε τους εαυτούς μας ως ένα καταραμένα καλό ροκ εντ ρολ συγκρότημα.
Ένα συγκρότημα το οποίο χρησιμοποίησε τις διάφορες επιρροές του -πολύ γκαράζ της δεκαετίας του ’60, αλλά και μπλουζ, R&R των ’50s, ακόμη και λίγο πρώιμο πανκ- για να φτιάξει κάτι δικό του.
Σχεδόν το ίδιο που είχαν κάνει πολλά άλλα θρυλικά ροκ εντ ρολ συγκροτήματα, όπως οι Rolling Stones, οι Ramones, οι Cramps…
Άκουσα το Encore, την τελευταία -μέχρι σήμερα- μουσική προσφορά των Fuzztones χθες το βράδυ και συμπέρανα με ανακούφιση ότι δεν έχετε χάσει καθόλου από την έμπνευση και τη ζωντάνια σας.
Τι άλλο «μαγειρεύετε» στο μουσικό μέτωπο έκτοτε;
Ασχολούμαι με το να παίζω και να ηχογραφώ τώρα, όπως όταν ξεκινήσαμε. Λατρεύω το ροκ εντ ρολ και πάντα θα το λατρεύω.
Μόλις έγραψα το τέταρτο βιβλίο μου και ψάχνω εκδότη. Ολοκληρώνω ένα νέο σόλο άλμπουμ -το πρώτο μου «γκαράζ» σόλο άλμπουμ-, το οποίο θα κυκλοφορήσει σε λίγους μήνες.
«Ξέρω ότι είναι ρετρό να είσαι ετεροφυλόφιλος στην σημερινή εποχή», τραγουδάς στο Barking at the wrong tree από το προαναφερθέν άλμπουμ. Θα μπορούσε κάποιος να εντοπίσει ακόμα και ίχνη ομοφοβίας σ’ έναν τέτοιο στίχο.
Για μένα, ωστόσο, στοχεύει πιο πολύ στην «μάστιγα» της πολιτικής ορθότητας, η οποία είναι συχνά υποκριτική και καταπνίγει την δημόσια συζήτηση στις μέρες μας. Ποια είναι η ερμηνεία σου;
Όποιος πιστεύει πως οι στίχοι είναι ομοφοβικοί πρέπει πραγματικά να είναι ηλίθιος!
Το τραγούδι γράφτηκε συγκεκριμένα για έναν Έλληνα promoter συναυλιών που με ερωτεύτηκε και ήθελε να με γαμήσει. Όντας πιστός ετεροφυλόφιλος, δεν ενδιαφερόμουν.
Ήταν αρκετά επίμονος, και μάλιστα προσπάθησε να μου ρίξει λίγη έκσταση στο ποτό με την ελπίδα να κάμψει την θέλησή μου! Το τραγούδι είναι, λοιπόν, ουσιαστικά η αντίδρασή μου στις προσπάθειές του να με κατακτήσει.
Γράφοντάς το, αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω για να σχολιάσω επίσης την συνεχή προσπάθεια των Μ.Μ.Ε. να «κανονικοποιήσουν» την ομοφυλοφιλία πλημμυρίζοντας έτσι τις τηλεοπτικές εκπομπές μ’ έναν βομβαρδισμό της LGBT κ.λπ. προπαγάνδας.
Κοίτα, δε δίνω δεκάρα αν είσαι κάποιος που προτιμά να παίρνει πίπα από το να κάνει γλυφομούνι. Απλά μη μου επιβάλεις την ατζέντα σου*.
Μετά υπάρχει το επερχόμενο ντοκιμαντέρ, The Fuzztones vs the World, το οποίο υποθέτω ότι δεν πρόκειται να είναι μια τυπική βιογραφική δουλειά. Θα ήθελες να μου πεις περισσότερα για αυτό; Και γιατί «vs the World», αλήθεια;
Το ντοκιμαντέρ μας θα αρχίσει να προβάλλεται σε διάφορες μικρές αίθουσες μέσα στον Οκτώβριο, και θα συνεχίσουμε να περιοδεύουμε στο πλαίσιο των προβολών του. Φυσικά, θα συνεχίσουμε να ηχογραφούμε ως συγκρότημα.
Αφορά τόσο εμένα όσο και για τους Fuzztones, γιατί έχω πολύ μεγάλη ιστορία ως ροκάς, και επειδή είχα πολλές περιπέτειες που μπορεί να θεωρηθούν ασυνήθιστες για τον μέσο θαυμαστή.
Έχω κάνει παρέα με πολλές «διασημότητες» – ιδιαίτερες εμβληματικές φυσιογνωμίες της δεκαετίας του ’60. Πολλές σεξουαλικές περιπέτειες επίσης… Ίσως και λίγα ναρκωτικά, τα συνηθισμένα, αλλά ανακατεμένα με τα ασυνήθιστα…
Το συγκρότημα έχει περάσει πολλά σκαμπανεβάσματα κι έχει αλλάξει πολλά line-ups. Στην πραγματικότητα, το ντοκιμαντέρ είναι πιο πολύ μια δήλωση επιμονής παρά οτιδήποτε άλλο: επιμονή στο να ακολουθείς το όνειρό σου.
Αυτό που μπορώ να σου πω για την ταινία είναι πως έγινε από τον Danny Garcia (Chip Baker Films).
Έχει κάνει αρκετά αξιοσημείωτα ντοκιμαντέρ, κυρίως σχετικά με εμβληματικές φυσιογνωμίες του πανκ ροκ, όπως οι Johnny Thunders, Stiv Bators, Brian Jones, και εμβληματικούς πανκ χώρους, όπως το Max’s Kansas City και το Chelsea Hotel.
Είμαι από τη φύση μου αρχειονόμος και πάντα κρατούσα οποιεσδήποτε διαφημίσεις, αφίσες και τα συναφή για εκπομπές που έχω κάνει, βίντεο από προηγούμενες παραστάσεις κ.λπ.
Έτσι, μπόρεσα να δώσω στον Danny πολύ περισσότερο απ’ όσο, πολύ πιθανόν, θα δινόταν για οποιοδήποτε άλλο ροκ ντοκιμαντέρ.
Οι θαυμαστές θα λατρέψουν πραγματικά αυτή την ταινία και είμαι βέβαιος ότι θα προσελκύσει πολλούς ανθρώπους που μέχρι τώρα δεν ήταν εξοικειωμένοι μαζί μας.
Στις 16 Οκτωβρίου «προσγειώνεσαι» για άλλη μια φορά στην γνώριμη σκηνή του An Club στην Αθήνα. Δε χορταίνεις την Ελλάδα -ή την Αθήνα συγκεκριμένα-, φαίνεται. Έχεις «εξευρωπαϊστεί» με την πάροδο του χρόνου;
Μετακόμισα στο Βερολίνο πριν από 20 χρόνια και η τωρινή σύνθεση του γκρουπ, η οποία υπάρχει τα τελευταία 8 χρόνια, είναι ευρωπαϊκή, οπότε ναι, υποθέτω πως έχω εξευρωπαϊστεί!
*Η συνέντευξη με τον Rudi Protrudi δόθηκε μέσω email, συνεπώς δεν είχα την δυνατότητα να σχολιάσω την ομοφοβική άποψή του.
Οι The Fuzztones, με frontman και τραγουδιστή τον Rudi Protrudi, εμφανίζονται λάιβ στο An Club την Τετάρτη 16 Οκτωβρίου. Opening act οι Diesel Cindy. Οι πόρτες ανοίγουν στις 20:30.