του Δημήτρη Σούλτη, μέλους της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Kaboom
Σε συνέχεια του τέταρτου τεύχους του Kaboom, που είχε ασχοληθεί με την κριτική σε ένα μείζον φαινόμενο του καιρού μας, τον σύγχρονο τουρισμό και το Airbnb, καθώς και τις πολιτικές, κοινωνικές και ανθρωπολογικές προεκτάσεις του, και στο πλαίσιο της προσπάθειάς μας για διερεύνηση και άλλων σύγχρονων και πρακτικών θεμάτων, το φρέσκο, πέμπτο τεύχος του περιοδικού, εστιάζει τους προβληματισμούς του γύρω από την τεχνολογία, ένα ακόμα πιο ευρύ και πολύπλευρο ζήτημα.
Οι σκέψεις σχετικά με την ολοένα αυξανόμενη επίδραση της τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας και στον τρόπο που τελικά διαμορφώνει τη ζωή και τον εαυτό μας, δεν αποτελούν πια εσωτερικές σκέψεις μεμονωμένων ανθρώπων, αλλά απασχολούν ολόκληρες κοινωνίες, από φιλοσόφους και πνευματικούς ανθρώπους, έως καλλιτέχνες και λαϊκά κινήματα, και αποτελούν μείζον θέμα προς συζήτηση στη δημόσια σφαίρα.
«Αν η τεχνολογία είναι ναρκωτικό –και μοιάζει όντως να είναι– τότε ποιες ακριβώς είναι οι παρενέργειες;», διερωτάται ο Τσάρλι Μπρούκερ, δημιουργός της δυστοπικής σειράς Black Mirror, με εκατομμύρια τηλεθεατές παγκοσμίως, η οποία παρουσιάζει έναν περίπλοκο κόσμο υψηλής τεχνολογίας όπου συγκρούονται οι μεγαλύτερες καινοτομίες και τα σκοτεινότερα ένστικτα της ανθρωπότητας.
Αυτό όμως που επιδιώκει να κάνει το τεύχος του Kaboom, είναι η μετάβαση της σκέψης στις κοινωνικές και ανθρωπολογικές μεταβολές που συνεπιφέρει η σύγχρονη τεχνολογία, στην ανάδειξη της πολιτικής διάστασης που ενέχει η τεχνολογική πρόοδος, με ταυτόχρονη αποστασιοποίηση από την ιδέα της τεχνολογικής ουδετερότητας και της καθαρής εργαλειακότητας των τεχνολογικών επιτευγμάτων. Προτάσσει μάλιστα την ακριβώς αντίθετη θεώρηση, ότι δηλαδή τα τεχνολογικά μέσα δεν είναι απλά εργαλεία, αλλά είναι πυκνά σε σημασίες, αξίες, θεωρήσεις για τη ζωή – σημασίες και αξίες που ενσωματώνονται στην ίδια την υλικότητα των τεχνουργημάτων. Η τεχνολογία, μαζί με τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς καθιέρωσής της, δεν φτιάχνεται και διαμορφώνεται μόνο από εμάς, αλλά παράλληλα φτιάχνει και διαμορφώνει εμάς τους ίδιους.
Οι επιμέρους εκφάνσεις και πτυχές του τεχνολογικού φαινομένου αποτυπώνονται στα κείμενα του τεύχους μας, καθένα από τα οποία προσεγγίζει το φαινόμενο σε ένα διαφορετικό πεδίο. Στο πρώτο κείμενο του τεύχους, ο Γιώργος Περτσάς εισάγει την έννοια της τεχνικής διαμεσολάβησης των τεχνολογικών συσκευών και των ψηφιακών πλατφορμών στη ζωή μας, συνδέοντας την πολιτική, την κοινωνία και τελικά τους ίδιους τους ανθρώπους με την τεχνολογία.
Σε άμεση συνάρτηση και νοηματική αλληλουχία ακολουθεί η συνέντευξη με τον Αντώνη Μπρούμα, νομικό και μελετητή των ψηφιακών κοινών, ο οποίος προσεγγίζει τα ζητήματα της τεχνητής νοημοσύνης και της κοινωνίας της πληροφορίας και διερευνά τη δυνατότητα χρήσης νέων τεχνολογιών για ριζοσπαστικούς σκοπούς, ενώ ο Γιάννης Περπερίδης εξετάζει τους μηχανισμούς της κατασκευής των πολιτικών ηγετών, τόσο μέσα από παλιότερες τεχνικές (όπως το μοντάζ, κατά τη Sontag και τον Benjamin) όσο και μέσα από τις νέες ψηφιακές πλατφόρμες, όπως το Facebook και το Instagram.
Με τη σειρά της, η Σοφία Καναούτη στοχάζεται, στη συνέντευξη που μας παραχωρεί, σχετικά με τη συγκρότηση του εαυτού στο διαδίκτυο, σε συνάρτηση με τα θέματα της κουλτούρας, της πολιτικής, του καταναλωτισμού και της ιδιωτικότητας, στοιχεία που μεταβάλλονται και επανακαθορίζονται συνεχώς στην ψηφιακή εποχή. Και επειδή τα φαινόμενα βίας και επιθετικότητας στο ίντερνετ –όπως το «shitstorm» ή το ψηφιακό «bullying»– ανθούν, στη συνέντευξη της γαλλίδας ψυχαναλύτριας Hélѐne Bonnaud παρακολουθούμε μια συλλογιστική διαδρομή που ξεκινά από τη γενική ψυχαναλυτική θεώρηση για το πρόβλημα της εγγενούς βίας και καταλήγει στην πραγμάτωσή της σήμερα (και) μέσω των social media.
Οι εξελίξεις στην τεχνολογία δεν αφήνουν φυσικά ανεπηρέαστους ούτε τους μεγάλους παραγωγικούς τομείς δραστηριότητας, όπως τη γεωργία και τη ναυτιλία, τους οποίους η αποκαλούμενη «τέταρτη βιομηχανική επανάσταση» αναδιαμορφώνει καθοριστικά. Στα δύο αντίστοιχα κείμενα σχετικά με τη «Γεωργία Ακριβείας», του Σωτήρη Αλεξάκη, και την «Έξυπνη Ναυτιλία», του Βαγγέλη Δαρούσου, διαπιστώνουμε τις αλλαγές που υφίστανται οι εργασιακές πρακτικές, τη μεταβολή των σχέσεων μεταξύ του εργαζόμενου-παραγωγού και των αντικειμένων-προϊόντων της εργασίας του και την εν γένει διαφοροποίηση των νοημάτων που αρθρώνονται γύρω από την εργασία με την έλευση και επικράτηση της τεχνολογίας.
Από τη μεριά του, το κείμενο του Αλέξανδρου Σχισμένου προσεγγίζει το ζήτημα του ταξιδιού στον χρόνο, μια ουτοπία ευρισκόμενη στο φαντασιακό αρκετών ταξιδευτών και τεχνολόγων, εισάγοντάς μας στις κοινωνικο-ιστορικές και μεταφυσικές πτυχές της ιδεατής χρονομηχανής, ενώ οι Maxime Ouellet, Marc Ménard, Maude Bonenfant και André Mondoux ασκούν κριτική στις πρακτικές των Big Data και του quantified self, με αναφορά στο έργο του Μισέλ Φουκώ και σε αυτό στοχαστών της Σχολής της Φρανκφούρτης.
Επανερχόμενοι τώρα στην προσπάθεια αναζήτησης των επιδράσεων της τεχνολογίας σε συγκεκριμένα πεδία, παρατηρήσαμε ότι ακόμα και ο αθλητισμός, και εν προκειμένω το ποδόσφαιρο, επηρεάζεται πλέον άμεσα από τις νέες τεχνολογικές εφαρμογές, μετά την πρόσφατη εισαγωγή του Video Assistant Referee (VAR) στους κανόνες του. Το θέμα αυτό παρουσιάζει στο κείμενό του ο Στέφανος Μπατσής, εκφράζοντας ανησυχίες για την ενδεχόμενη αλλοίωση του ποδοσφαίρου τόσο ως παιχνιδιού και φορέα κοινωνικών ιδανικών όσο και ως μορφής λαϊκής διασκέδασης, λόγω της εισβολής της νεοφιλελεύθερης τεχνολατρίας, που επιθυμεί να κάνει τα πάντα μη αυθόρμητα, ρητά και μετρήσιμα.
Όπως είναι λογικό, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία, οι καλλιτεχνικές δημιουργίες που ασχολούνται με την έξαρση της τεχνολογίας και τις δυστοπίες της πληθαίνουν συνεχώς, ενώ αναβιώνει και η τάση της cyberpunk κουλτούρας. Στο πλαίσιο αυτό, το κείμενο του Κώστα Σαββόπουλου, που αφορμάται από σειρές όπως το Black Mirror και το Westworld, σχολιάζει τους φόβους, τα ένστικτα και τις διασθήσεις της κοινωνίας όπως προβάλλονται σε αυτές, ενώ η Εύα Πλιάκου, παρουσιάζοντας τη νουβέλα Η μηχανή σταματά του E.M. Forster, μεταφέρει στο σήμερα τις ανησυχίες του συγγραφέα για το μέλλον, που είχαν διατυπωθεί ήδη στο μακρινό παρελθόν του 1909!
Μια αντίστοιχη καλλιτεχνική δημιουργία, και συνδετικό κείμενο μεταξύ των θεματικών του τουρισμού και της τεχνολογίας, αποτελεί το τελικό κείμενο του πέμπτου τεύχους μας, το sci–fi διήγημα του Παναγιώτη Κούστα που μας ταξιδεύει σε ένα υπερτεχνολογικό τουριστικό θέρετρο.
Αντί επιλόγου, και προλαβαίνοντας το –ίσως εύλογο– ερώτημα σχετικά με μια κάποια ενδεχόμενη «τεχνο-φοβία» του περιοδικού και των συντακτών του, σημειώνουμε ότι η διαφορετική προσέγγιση του τεχνολογικού φαινομένου που επιχειρεί το Kaboom δεν συνεπάγεται οπισθοδρομικότητα, δαιμονοποίηση ή γενική άρνηση της τεχνολογίας ως τέτοιας ή της δεδομένης χρησιμότητας ορισμένων όψεων των τεχνολογικών επιτευγμάτων και εφαρμογών στη ζωή μας. Η διερεύνηση εξάλλου της άμεσης σύνδεσης του ανθρώπου με την τεχνολογία και η ανάδειξη της μεταξύ τους σχέσης αλληλεπίδρασης και ετεροκαθορισμού, αποτελεί μια σημαντική, αλλά συχνά παραμελημένη, πολιτική ιδέα. Επιπλέον, για εμάς αποτελεί και μια προϋπόθεση για τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας όχι τεχνοκρατικής –μιας κοινωνίας που τοποθετεί την τεχνολογία στο επίκεντρο τον άνθρωπο στο περιθώριο– αλλά ανθρωποκεντρικής. Μιας κοινωνίας, δηλαδή, που θα σχετίζεται με την τεχνολογία πολύ διαφορετικά, καθώς θα τη σχεδιάζει και θα τη χρησιμοποιεί με συνετό, αυτοπεριοριζόμενο και κριτικό τρόπο.