Toυ Βάσκου ιστορικού και πολιτικού ακτιβιστή Jonathan Martínez.
Πριν μερικές μέρες, είχα την ευκαιρία να δω την Utoya: 22 Ιουλίου μια ταινία του Erik Poppe που αφηγείται τους πυροβολισμούς που συνέβησαν στη Νορβηγία το καλοκαίρι του 2011. Αρχικά, υπήρξε μια έκρηξη κατά διαφόρων κτιρίων της εργατικής κυβέρνησης στο Όσλο. Οκτώ άτομα σκοτώθηκαν. Ακολούθησε σφαγή με πυροβολισμούς σε νήσο της Λίμνης Tyrifjorden κατά μιας κατασκήνωσης νέων του Εργατικού Kόμματος. Εξήντα εννιά άτομα σκοτώθηκαν. Η ταινία του Poppe αναπαριστά τη σφαγή της Utoya με μια μόνο υποκειμενική σεκάνς 82 λεπτών. Η κίνηση της κάμερας είναι άψογη. Το σενάριο έχει ένα στοιχείο διαστροφής αλλά δεν εμπίπτει στη μακάβρια νοσηρότητα ούτε το συναισθηματισμό. Ο σεβασμός στη μνήμη των θυμάτων είναι σε κάθε περίπτωση προσεκτικός. Πριν μας αφήσει με έναν κόμπο στο λαιμό, ο σκηνοθέτης μας προσφέρει περιεχόμενο για τις επιθέσεις: “ο ένοχος είναι ένας 32χρονος Νορβηγός ακροδεξιός εξτρεμιστής”.
Την ίδια μέρα των επιθέσεων, ο Anders Behring Breivik είχε δημοσιεύσει ένα μανιφέστο στο οποίο καλούσε σε πόλεμο τους “ιθαγενείς λαούς της Ευρώπης” κατά της “ισλαμικής εισβολής” και κατά των “μαρξιστικών και πολυπολιτισμικών ελίτ της Δυτικής Ευρώπης”. Ανάμεσα σε άλλα, ο Breivik εξέφρασε λύπη για το θρυμματισμό της Ισπανικής ακροδεξιάς και την κάλεσε να πάρει πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο. Είναι κρίμα, είπε, που η Ισπανία έχει αποκυρήξει το κατακτητικό της παρελθόν, και μέμφθηκε τον Zapatero (ΣτΜ: José Luis Rodríguez Zapatero, γνωστός με το δεύτερο επώνυμό του, σοσιαλιστής πρόεδρος της κυβέρνησης της Ισπανίας από το 2004 ως το 2011) για την υπαναχώρησή του στη μαζική μετανάστευση και τους μουσουλμάνους.
Τις επόμενες μέρες των επιθέσεων, ένα μεγάλο μέρος του Τύπου απέδωσε τη συμπεριφορά του Breivik σε ένα είδος διανοητικής διαταραχής και χρησιμοποίησε υπεκφυγές για τα ιδεολογικά του κίνητρα. Τα ίδια μέσα τον ακύρωσαν ως “μοναχικό λύκο” και βοήθησαν ελάχιστα στην κατανόηση της όξυνσης του ισλαμοφοβικού εξτρεμισμού που θα ανθούσε σύντομα στα κοινοβούλια των Ευρωπαϊκών χωρών.
Την περασμένη Παρασκευή, ένας 28χρονος Αυστραλός ονομαζόμενος Brenton Tarrant πυροβόλησε και σκότωσε 41 ανθρώπους στο τζαμί Al Noor της πόλης Christchurch της Νέας Ζηλανδίας. Λίγο αργότερα, ένα ακόμα μακελειό πυροβολισμών καταγράφηκε στο γειτονικό τζαμί του Linwood όπου 7 άνθρωποι πέθαναν. Ο Tarrant, ο οποίος αναμετάδωσε τη σφαγή μέσω μιας κάμερας που κόλλησε στο κράνος του, είχε δημοσιεύσει ένα μανιφέστο στο οποίο δήλωσε ότι ήλπιζε στην τύχη του Anders Breivik. O Tarrant λέει ότι ο λευκός άντρας μάχεται έναν ξένο εισβολέα. Ότι ένα κλίμα πανικού πρέπει να ενθαρρυνθεί ανάμεσα στους μουσουλμάνους. Ο Donald Trump και η Marine Lepen είναι η εθνικιστική αναφορά στην άμυνα της λευκής ταυτότητας κατά της ισλαμικής μετανάστευσης. Ο Tarrant ανακήρυξε εαυτόν αργότερα ως περήφανο φασίστα. Ένας ρατσιστής που ενθαρρύνει τον εθνικό πόλεμο για να αποφύγει “τη γενοκτονία των λευκών”.
Ο Brenton Tarrant επέδειξε μια εντυπωσιακή ικανότητα να μεταμορφώνει μια ιδεολογική σφαγή σε παράσταση με ευρείες μηντιακές συνέπειες. Ανάμεσα στις πιο γραφικές λεπτομέρειες της επίθεσης στη Νέα Ζηλανδία πρέπει να αναφέρουμε χωρίς αμφιβολία τη διακόσμηση του όπλου του δολοφόνου. Στις εικόνες που εξαπλώθηκαν στον Τύπο μπορούμε να δούμε ένα τουφέκι γεμάτο με σημειώσεις σε λευκό χρώμα από ονόματα και ημερομηνίες με βαθειά συμβολική φόρτιση. Μπορούμε να δούμε το όνομα του David Soslan, Βασιλιά-Συζύγου της Γεωργίας, που πολέμησε τους Μουσουλμάνους τον XII και XIII αιώνα. Μπορούμε να δούμε τον Marco Antonio Bragadini, Βενετό αξιωματούχο που πολέμησε τους Οθωμανούς τον XVI αιώνα. Μπορούμε να δούμε τον Luca Traini, Ιταλό φασίστα της Λίγκας του Βορρά (ΣτΜ: ακροδεξιό και αποσχιστικό κόμμα της Βόρειας Ιταλίας) που πυροβόλησε έξι Αφρικανούς μετανάστες το 2017. Μπορούμε να δούμε τη Ρωσο-Τουρκική μάχη της Kagul του 1770. Μπορούμε να δούμε τον αριθμό 14 προς τιμήν του σλόγκαν λευκής υπεροχής που επινόησε ο David Lane, μέλος της Ku Klux Klan. Στο όπλο του Tarrant βρίσκονται περισσότερες από 40 παρόμοιες αναφορές.
Ανάμεσα στον λίγο-πολύ μπερδεμένο κατάλογο των μακρινών αξιωματούχων και αινιγματικών συνθημάτων, είναι δυνατόν να αναγνωρίσει κανείς κάποιους πιο οικείους συνειρμούς για το Ισπανικό κοινό. Στο τουφέκι του Tarrant φαίνεται για παράδειγμα το όνομα του Josué Estebánez, του Ναζί στρατιωτικού που σκότωσε τον αντιφασίστα Carlos Palomino στο μετρό της Μαδρίτης το 2007. Ο Estebánez, που ηγούνταν της ρατσιστικής διαδήλωσης της Democracia Nacional, άρπαξε το μαχαίρι τσέπης του αμέσως μόλις είδε μια ομάδα νεαρών με πρόθεση να “προκαλέσει οποιονδήποτε από αυτούς με ελάχιστη πρόφαση την αντίπαλη απόκλιση των απόψεών τους.” Αυτό τουλάχιστον αναφέρεται στη δικαστική απόφαση που τον καταδίκασε σε 26 χρόνια φυλακή για φόνο και επιθετική βιαιοπραγία ιδεολογικού μίσους. Την ημέρα της απόφασης, οι κάμερες του TVE κατέγραψαν εικόνες μιας νεαρής κοπέλας με κουκούλα που διένειμε φυλλάδια φωνάζοντας “Ελευθερία στον Josué” ενώ η αστυνομία απομάκρυνε τους συγγενείς του θύματος. Η νεαρή κοπέλα ονομαζόταν Melisa αλλά ακόμα δεν ξέραμε ότι κάποια χρόνια μετά θα γινόταν ηγέτης της ναζιστικής κολλεκτίβας Hogar Social Madrid.
Στο τουφέκι του Tarrant μπορεί κανείς επίσης να διαβάσει ένα νούμερο το οποίο δε χρειάζεται πολλή προσπάθεια να συσχετίσει με την μάχη του Lepanto του 1571. Εννέα μέρες πριν την επίθεση στη Νέα Ζηλανδία, ο Javier Ortega Smith, Γενικός Γραμματέας του VOX (ΣτΜ: ακροδεξιό Ισπανικό πολιτικό κόμμα που θεσπίστηκε από πρώην συντηρητικούς πολιτικούς του Λαϊκού Κόμματος=Partido Popular, PP) διεκδίκησε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις επιπτώσεις αυτής της μάχης στην εποχή μας. “Χωρίς τη μάχη του Lepanto, οι κυρίες σε αυτή την αίθουσα θα φορούσαν μπούρκα.” Επίσης, ο Also Santi Abascal (ΣτΜ: Πρόεδρος του VOX) επικαλείται επανειλημμένα τη μνήμη του Lepanto και δε χάνει την ευκαιρία να γιορτάσει τη νίκη της. “Lepanto! #EspañaEsGrandeOtraVez” (TN: #SpainIsGreatAgain=Η Ισπανία είναι ξανά μεγάλη), έγραψε ο υπερηγέτης όταν η Ισπανική ομάδα ποδοσφαίρου επικράτησε της Τουρκικής επιλογής στο Eurocup του 2016. Τα βιβλία της ιστορίας μας δείχνουν ότι η ναυτική σύγκρουση του Lepanto ήταν αποφασιστική νίκη της Ιερής Λίγκας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σε μια ενδιαφέρουσα επανερμηνεία των γεγονότων, η Ισπανική ακροδεξιά διεκδικεί ένα χριστιανικό, αυτοκρατορικό και θρυλικό παρελθόν το οποίο πρέπει να επιβληθεί μια και καλή με την ισχύ κατά του μουσουλμανικού εχθρού.
Παρά ταύτα υπάρχει μια τρίτη επίκληση στο όπλο της Νέας Ζηλανδίας που έχει να κάνει με το μυθολογικό φαντασιακό του Ισπανικού εθνικισμού. Σε έναν από τους φορτιστές του τουφεκιού μπορεί κανείς να διαβάσει τη λέξη “Pelayu”, το όνομα ενός μονάρχη της Αστούριας στον οποίο η αντιδραστική δεξιά αποδίδει το ξεκίνημα του “Reconquista” (ΣτΜ: της διαδικασίας με την οποία τα Χριστιανικά Βόρεια Βασίλεια εξόρισαν ή προσηλύτισαν με τη βία τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ιβηρικής Χερσονήσου). Για πολύ καιρό, αυτή η σκονισμένη ιδέα της Ισπανικής πολιτικής δεν ακουγόταν, το VOX όμως την ανέσυρε στις τελευταίες Ανδαλουσιανές εκλογές. Σε ένα προεκλογικό βίντεο, ο Santi Abascal, μιμούμενος τον Don Pelayo κάλεσε στην επανακατάκτηση της Ισπανίας. Ένα μήνα αργότερα, ο Pablo Cascado (ΣτΜ: ηγέτης του κεντροδεξιού Ισπανικού κόμματος PP) καλούσε σε συνέντευξη τύπου στο Ξενοδοχείο Reconquista στο Ovideo της Αστούριας προκειμένου να επιδείξει τη νέα κυβέρνηση της Ανδαλουσίας, γνωστή και ως trifachito (ΣτΜ: αναφορά στoν συνασπισμό ανάμεσα στο συντηρητικό δεξιό PP, το υπερφιλελεύθερο δεξιό Ciudadanos και το ακροδεξιό VOX). Αυτή τη φορά, είπε ο Casado, θα κάνουμε την Reconquista αντίστροφα: από την Ανδαλουσία προς την Αστούριας. Η δεξιά διεκδικεί τον Don Pelayo ως σπόρο της χριστιανικής Ισπανίας, έναν τιμωρό των Μαυριτανών στη μάχη της Covadonga. Ήταν στην Covadonga, που ο Santi Abscal παρουσίασε το 2015 την υποψηφιότητα του VOX στο Ισπανικό Κοινοβούλιο και χρησιμοποίησε την ομιλία του για να ζητήσει το κλείσιμο των τζαμιών. “Εάν στην Covadonga είχαμε τους διαδηλωτές κατά του πολέμου τώρα όλοι θα κοιτούσαμε τη Μέκκα με μπούρκες,” είπε τότε ο Abascal.
H ρητορική της νέας παγκόσμιας άκρας δεξιάς ακολουθεί μια γραμμή προς τις μυθολογίες του παρελθόντος που της επιτρέπει να νομιμοποιεί τον λόγο μίσους και να τον περιβάλλει με ιστορικό λούστρο. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Το Σεπτέμβρη του 2004, μερικές μέρες μετά τις επιθέσεις της 11ης Μαρτίου στη Μαδρίτη, ο José María Aznar (ΣτΜ: Ισπανός συντηρητικός πρόεδρος της κυβέρνησης από το 1996 ως το 2004) εξήγησε στο Πανεπιστήμιο Georgetown ότι το “πρόβλημα της Ισπανίας με την Al Qaeda” δεν ξεκίνησε στο Ιράκ αλλά τον VIII αιώνα “όταν η Ισπανία είχε προσφάτως δεχτεί την εισβολή των Μαυριτανών [και] αρνήθηκε να προσηλυτιστεί ως ένα ακόμα κομμάτι του Ισλαμικού κόσμου.”
Ο Aznar δεν είναι ο Anders Breivik. O Aznar δεν είναι ο Brenton Tarrant. Όμως πίσω από τη διεκδίκησή του της δόξας του πολιτισμένου χριστιανισμού, υπάρχει ένα ολέθριο πανόραμα διακοσίων χιλιάδων νεκρών Ιρακινών πολιτών στο πλαίσιο ενός πολέμου χασάπηδων στο όνομα του πετρελαίου. Ο Santi Abascal δεν είναι José María Aznar, όμως πίσω από τις μιλιταριστικές του φιοριτούρες και τον “new age” ιστορισμό υπάρχει μια διεκδίκηση που απαιτεί εδώ και τώρα την αποβολή των 52.000 μεταναστών που εργάζονται στην Ανδαλουσία. Ο Ortega-Smith δεν είναι ούτε Don Pelayo ούτε Ferdinand ο Καθολικός (ΣτΜ: Βασιλιάς της Aragon, o οποίος με το γάμο του με την Isabel της Castilla ίδρυσε ένα ενωμένο βασίλειο υπο καθολική ηγεσία που αργότερα θα γινόταν το Βασίλειο της Ισπανίας), αλλά πίσω από τη μεσαιωνική του εποποιία υπάρχει ένα μήνυμα μίσους κατά της ανθρωπιστικής αλληλεγγύης ενώ στη Μεσόγειο έχουν πνιγεί 18.000 άνθρωποι τα τελευταία 5 χρόνια.
Πριν μερικές μέρες, είδα την Utoya: 22 Ιουλίου του Erik Poppe για τη σφαγή του Anders Breivik στη Νορβηγία. Την περασμένη Παρασκευή είχαμε στη διάθεσή μας στο ίντερνετ την πραγματική ταινία, χωρίς σενάριο και χωρίς ηθοποιούς, της σφαγής του Brenton Tarrant στη Νέα Ζηλανδία. Υπάρχει μια ακόμα καθημερινή ταινία, επίμονη και βουβή, που αναπαράγεται χωρίς δισταγμό σε όλες τις τηλεοπτικές μας οθόνες. Είναι η ταινία των ακραίων πολιτικών που επικαλούνται τις ώρες της μεγαλύτερης τηλεθέασης τον Don Pelayo, τους Καθολικούς Βασιλιάδες, τη Navas de Tolosa (ΣτΜ: μάχη κατά των Μαυριτανών το 1212) ή τους Tercios de Flandes (ΣτΜ: στρατιωτική μονάδα που λειτούργησε στη Φλαμανδία όταν ήταν υπό Ισπανική κυριαρχία) με μοναδική πρόταση να ενδυθεί η έλλειψη ανεκτικότητάς τους ένα ιστορικό πρεστίζ. Στα ίδια μήντια που υποβάθμισαν την ιδεολογική ορμή του Breivik και του Tarrant τρέχουν τα σάλια με τα υπερ-σλόγκαν του VOX, του Casado και της Ηogar Social Madrid. Tα εξαπλώνουν παντού και μετά αναρωτιούνται πώς γίνεται και εκείνα κέρδισαν εκλογές ή πως είναι δυνατόν ένας φτωχός τρελός να σκότωσε 49 “άπιστους” σ’ένα απομονωμένο νησί.
Συνεχίστε να κανονικοποιείτε τη λευκή υπεροχή. Συνεχίστε να πιστεύετε ότι οι μάχες της Reconquista είναι απλώς ένα αστείο φολκλόρ κλείσιμο ματιού αντί για ένα ιδεολογικό οικοδόμημα γεμάτο ιμπεριαλιστική νοσταλγία και εθνικό μίσος. Μετά θα έρθουν τα κροκοδείλια δάκρυα. Μετά κάποιοι θα τραβούν τα μαλλιά τους με τα χέρια τους.
Η μετάφραση είναι από την αγγλική μετάφραση του Juan Etxenike του πρωτότυπου ισπανικού κειμένου.