H λειτουργία χώρων ελεγχόμενης χρήσης ναρκωτικών απασχολεί όλο και περισσότερο την Ελληνική κοινή γνώμη. Σε αντίθεση με τους χώρους όπου παρέχονται υποκατάστατα όπως η μεθαδόνη, οι χώροι ελεγχόμενης χρήσης ναρκωτικών (για συντομία ΧΕΧΝ) είναι προστατευόμενοι χώροι όπου οι χρήστες μπορούν να φέρνουν παράνομες ουσίες που έχουν προμηθευτεί μόνοι τους και να κάνουν χρήση υπό την παρουσία νοσηλευτικού και άλλου υποστηρικτικού προσωπικού.
Το ζήτημα των ΧΕΧΝ άνοιξε ξανά πρόσφατα εν μέσω και της προεκλογικής εκστρατείας για τον Δήμο Αθηναίων, με υποψήφιους να τάσσονται υπέρ της ίδρυσης ενός τέτοιου χώρου στην πρωτεύουσα. Τον περασμένο Οκτώβρη, ο Ανδρέας Ξανθός ανακοίνωσε ότι το Υπουργείο Υγείας ετοιμάζει τροπολογία για την λειτουργία ΧΕΧΝ, με την προϋπόθεση ύπαρξης μητρώου καταγραφής χρηστών και τη διαβεβαίωση ότι δε θα διώκονται. Παλαιότερη πρόταση του Γιώργου Καμίνη, είχε προκαλέσει ανάμεικτες αντιδράσεις από εκπροσώπους κέντρων απεξάρτησης και χρήσης υποκατάστατων με τους μεν να τάσσονται κατά και τους δε υπέρ.
Σε διεθνές επίπεδο, το Καναδικό μοντέλο έχει βρεθεί στο επίκεντρο της έρευνας για την επίδραση των ΧΕΧΝ, κυρίως όσον αφορά το κέντρο Insite, τον πρώτο τέτοιο χώρο στη Βόρειο Αμερική, που λειτουργεί από το 2003 στο Βανκούβερ. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο The Lancet το 2011, η δραστηριότητα του Insite είχε οδηγήσει σε μείωση θανάτων από υπερβολική δόση στην περιοχή λειτουργίας του κατά 35% σε διάστημα δυο ετών. Η πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας, κατέδειξε και τον θετικό ρόλο των ΧΕΧΝ στην ελάττωση της ριψοκίδυνης συμπεριφοράς όπως είναι η ανταλλαγή συριγγών. Η κριτική κατά των ΧΕΧΝ εστιάζει στην πιθανότητα συνδρομής τους στην ενθάρρυνση της εγκληματικότητας και της διακίνησης παράνομων ουσιών, του λεγόμενου “honeypot effect.” Πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο International Journal of Drug Policy και εντόπισε μικρή συμβολή των ΧΕΧΝ στην αύξηση της εγκληματικότητας που σχετίζεται με τη χρήση ναρκωτικών ουσιών αποσύρθηκε μετά από αναγνώριση μεθοδολογικών σφαλμάτων.
Λαμβάνοντας υπόψιν τις εγχώριες και διεθνείς εξελίξεις και αντιπαραθέσεις, μιλήσαμε με την Καναδή κοινωνική λειτουργό Sarah Ovens, η οποία συμμετέχει στην λειτουργία ενός χώρου ασφαλούς χρήσης στο Moss Park του Τορόντο. O Καναδάς αντιμετώπισε ραγδαία άνοδο θανάτων από υπερβολική δόση οπιοειδών τα τελευταία χρόνια, με 4.000 θανάτους μόνο μέσα στο 2017. Από αυτούς, 303 θανάτοι συνέβησαν στο Τορόντο, αριθμός διπλάσιος από εκείνον του 2016. Σε μια προσπάθεια ανταπόκρισης στην ανθρωπιστική αυτή κρίση, η Οvens, που εκείνο το διάστημα εργαζόταν σε ένα άσυλο άστεγων γυναικών, αποφάσισε μαζί με μια μικρή ομάδα ακτιβιστών και χρηστών να κινητοποιηθεί άμεσα.
– Μπορείς να μας πεις πώς ξεκίνησε η πρωτοβουλία σας στο Moss Park και τί αντιμετωπίσατε το πρώτο διάστημα;
Ακολουθήσαμε το παράδειγμα του Βανκούβερ, όπου η κρίση είχε ήδη χτυπήσει ένα χρόνο νωρίτερα. H τοπική τους κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση έκτακτης υγειονομικής ανάγκης και ανέστειλε τις κανονικές διαδικασίες έγκρισης κονδυλίων, προκειμένου να απελευθερώσει περισσότερα χρήματα. Δεδομένης της ραγδαίας αύξησης των θανάτων, δεν υπήρχε πολύς χρόνος και έπρεπε να ανοιχτούν καινούργιοι χώροι και εδώ. Στο Τορόντο υπήρχαν ήδη τρεις SIS (Supervised Injection Sites=χώροι επιβλεπόμενης χρήσης) που είχαν κάνει αίτηση λειτουργίας, όμως υπήρχε τεράστια γραφειοκρατία προκειμένου να πάρουν την τελική άδεια. Όταν λοιπόν στήσαμε την πρώτη μας πρόχειρη τέντα στο Moss Park τον Αύγουστο του 2017, ήταν παράνομη. Είμασταν ο μόνος χώρος σε όλο το Οντάριο. Η τέντα μας είχε κάδο βιολογικών αποβλήτων, φιάλες οξυγόνου, ένα τραπέζι και καρέκλες. Ήταν μια πολύ απλή κατασκευή, μια τέντα με χώμα κάτω. Τον αμέσως προηγούμενο Ιούλιο, έξι χρήστες είχαν πεθάνει κοντά στο πάρκο. Δεν μπορούσαμε να περιμένουμε.
Την πρώτη μέρα, διαπραγματευτήκαμε με την αστυνομία για μια ώρα και μας είπαν ότι έπρεπε να τα μαζέψουμε το ίδιο βράδυ. Τους ξεκαθαρίσαμε ότι θα μέναμε. Τη δεύτερη μέρα ξαναμιλήσαμε μαζί τους. Το πρόβλημα με την παρουσία αστυνομικών είναι ότι θα μπορούσαν να συλλάβουν οποιονδήποτε μαζευόταν γύρω απ’τη σκηνή μας. Και μόνο με το ότι ήταν παρκαρισμένοι απέναντι απ’το πάρκο, οι χρήστες μπορεί να μην έρχονταν. Προσπαθήσαμε να τους εξηγήσουμε ότι η κρίση ξεπερνούσε κάθε προηγούμενη διαδικασία. Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν για μια περίπου βδομάδα, οπότε και η αστυνομία σταμάτησε να έρχεται.
– Πώς αντέδρασαν οι επίσημες αρχές στην πρωτοβουλία σας;
Η πόλη του Τορόντο αμέσως επέσπευσε τις άδειες που εκκρεμούσαν για τους τρεις χώρους SIS, με τον πρώτο να ανοίγει μέσα σε μια βδομάδα. Ίσως το έκαναν γιατί ήλπιζαν ότι εμείς θα φεύγαμε. Όμως τρεις χώροι δεν είναι αρκετοί. Το αίτημά μας ήταν επίσης να γίνει πιο εύκολη η διαδικασία έγκρισης. Συνεργαστήκαμε με τις αρχές του Ontario προς την κατεύθυνση έγκρισης χώρων OPS (Overdose Prevention Sites=χώροι πρόληψης υπερβολικής δόσης, χωρίς την προϋπόθεση άλλων υποστηρικτικών υπηρεσιών). Τους εξηγήσαμε ότι ένας χώρος μπορεί να λειτουργήσει σε ένα δωμάτιο με μερικά απαραίτητα αντικείμενα. Προτείναμε μια απλή αίτηση για χρηματοδότηση και τους συμβουλέψαμε για το πως να γίνει πιο εύκολη η διαδικασία αίτησης. Το αποτέλεσμα ήταν ότι από το 2017 έως το χειμώνα του 2018, άνοιξαν 19 τέτοιοι νέοι χώροι στο Τορόντο.
Δυστυχώς, οι εκλογές του Ιουνίου του 2018 έφεραν νέα συντηρητική κυβέρνηση στο Ontario που διέκοψε τη διαδικασία νέων αιτήσεων. Αναίρεσαν όλο το σύστημα που είχαμε δημιουργήσει σε συνεργασία με την προηγούμενη κυβέρνηση και μας αναγκάζουν τώρα να κάνουμε νέες αιτήσεις για έγκριση ως Consumption Treatment Services, CTS (=υπηρεσίες θεραπείας χρήσης). Το νέο σύστημα βασικά επαναφέρει όλα όσα ήταν λάθος με το προηγούμενο καθεστώς, μετατοπίζοντας την εστίαση στη θεραπεία. Θέλουν πλέον να παραπέμπουμε όλους τους χρήστες που έρχονται σε εμάς σε υπηρεσίες απεξάρτησης και να μας μετατρέψουν σε πύλη προς τη θεραπεία. Επίσης, έβαλαν πλαφόν στις νέες άδειες που θα εγκρίνουν. Άν μια αίτηση για αναβάθμιση ενός χώρου σε CTS απορριφθεί, τότε αυτός πρέπει να κλείσει. Μόλις τον Ιανουάριο, αναβλήθηκε η απόφαση έγκρισης για άλλους δυο μήνες. Στους περισσότερους χώρους, οι εργαζόμενοι είναι εκεί με βραχυπρόθεσμα συμβόλαια και δεν ξέρουν αν θα έχουν εργασία και για πόσο. Προσπαθούν να μας εξαντλήσουν.
– Μπορείς να περιγράψεις μια κανονική μέρα σε έναν χώρο όπως ο δικός σας;
Δεν υπάρχει κανονική μέρα μιας και κάθε χώρος λειτουργεί σε διαφορετική περιοχή, με διαφορετικούς πληθυσμούς. To Μoss Park έχει υψηλά επίπεδα αστέγων, με ένα άσυλο 5.000 κρεβατιών σε απόσταση 15 λεπτών με τα πόδια από εμάς. Οι άνθρωποι κάνουν χρήση ανοιχτά, σε τουαλέτες των McDonalds, παντού. Έχουμε λοιπόν μεγάλη αύξηση χρήσης και πολλές τοξικές ουσίες στους δρόμους γύρω απ’το πάρκο.
Το τελευταίο λοιπόν διάστημα έχουμε μετακινηθεί σε ένα κτίριο απέναντι από το πάρκο όπου υπάρχει πάντα παρών τουλάχιστον ένας ιατρικός λειτουργός, είτε νοσοκόμα είτε γιατρός. Ο χώρος μας ανοίγει απ’το μεσημέρι μέχρι τις 7μμ. Μόνο τις τελευταίες δυο βδομάδες έχουμε δει 130 ανθρώπους την ημέρα. Έρχονται εδώ, μιλάμε μαζί τους και τους δίνουμε καθαρά εξαρτήματα. Στην αρχή πολλοί ήταν νευρικοί οπότε και τους λέγαμε να έρθουν μέσα, να νιώσουν άνετα. Σχεδόν όλοι επέστρεψαν. Πολλοί χρήστες μας λένε ότι δεν πηγαίνουν στο νοσοκομείο γιατί τους συμπεριφέρονται άσχημα. Αυτή τη στιγμή το δωμάτιο που λειτουργούμε έχει ανά πάσα στιγμή 5 με 6 άτομα για υποστήριξη. Υπάρχει μέρος για ενδοφλέβια χρήση και μια κουζίνα, ένα dvd player, μια βιβλιοθήκη. Έχουμε επίσης και outreach άτομα που βρίσκονται εκτός του χώρου.
– Τί συμβαίνει όταν μια χρήστης εμφανίσει συμπτώματα από υπερβολική δόση; Πώς αντιδράτε;
Κατ’αρχάς να πω ότι δεν έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ ούτε ένα θάνατο. Η υπερβολική δόση είναι σίγουρα κάτι τρομακτικό. Τους παρακολουθείς να αναπνέουν και αν σταματήσουν, ξέρεις πόση ώρα έχει περάσει και είσαι έτοιμος. Όταν συμβαίνει, ο άνθρωπος μελανιάζει, δεν αναπνέει. Έχω μάθει να παραμένω ήρεμη και να έχω αυτοπεποίθηση. Τους επαναφέρεις το χρώμα με οξυγόνο και τους δίνεις naloxone, είτε ενδοφλέβια είτε σε μορφή σπρέυ, που αναστρέφει τη δράση του οπιοειδούς. Κάποιες φορές μόνο με το οξυγόνο και αν ταρακουνήσουμε κάποιον, μπορεί να χρειαστεί να δώσουμε ελάχιστο naloxone. Όταν συνέλθουν τους μιλάμε και τους εξηγούμε ότι αν ήταν μόνοι, θα είχαν πεθάνει. Έχει χρειαστεί να καλέσουμε ασθενοφόρο μόνο στο 1% – 2% των περιπτώσεων, κυρίως αν υπάρχουν άλλες παρενέργειες όπως εμετός και θέλουμε να σιγουρευτούμε ότι θα κρατηθεί ανοιχτή η αναπνευστική οδός.
Ένας απ’τους λόγους που τα έχουμε καταφέρει είναι γιατί κάποιοι απ’όσους εργάζονται εδώ είναι χρήστες οι ίδιοι. Κάποιες νοσοκόμες μας έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να συνεχίσουν. Είναι διαφορετικό να αντιμετωπίζεις μια καρδιακή προσβολή στο ελεγχόμενο περιβάλλον του νοσοκομείου. Έχουμε προσλάβει ανθρώπους που ήρθαν σε εμάς αρχικά για χρήση και είδαμε ότι ήξεραν πως να ετοιμάζουν τη δόση προκειμένου να είναι πιο ασφαλής ή ήξεραν πως να επαναφέρουν κάποιον και το έχουν κάνει σε πολύ χειρότερες συνθήκες. Τα δίκτυα διανομής καθαρών συριγγών στο Τορόντο τα λειτουργούν χρήστες. Αυτό βασικά μας κάνει να σκεφτούμε, τι επιβάλλουμε στους χρήστες εγκαταλείποντάς τους.
– Ποιά είναι η άποψή σου σε σχέση με μια υποτιθέμενη ασυμβατότητα ανάμεσα σε χώρους αναστροφής υπερβολικής δόσης και ελεγχόμενης χρήσης και σε χώρους θεραπείας προς απεξάρτηση; Tί ρόλο παίζει κατά τη γνώμη σου η ποινικοποίηση στην αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος;
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η χρήση ναρκωτικών ουσιών δεν είναι κάτι λάθος και ο στόχος της εξάλειψής της δεν είναι κάτι στο οποίο εγώ φιλοδοξώ. Η ποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών πιστεύω πως είναι κάτι αυθαίρετο. Η χρήση αλκοόλ προκαλεί μεγάλη κοινωνική βλάβη αλλά δεν την ποινικοποιούμε. Επίσης για κάποιους ανθρώπους το αλκοόλ είναι εξαιρετικά επιβλαβές, τόσο για εκείνους όσο και τις οικογένειές τους, ενώ για άλλους η χρήση του δεν είναι τόσο έντονη ώστε να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη ζωή τους. Δεν λέμε λοιπόν ότι κανένας δεν πρέπει να πίνει ποτέ αλκοόλ, αλλά ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν ανάγκη από βοήθεια ενώ άλλοι μπορούν να επιλέγουν να πίνουν με ασφαλή τρόπο.
Δεν νομίζω όμως ότι χρειάζεται να πείσω όσους δεν συμφωνούν μαζί μου. Κατά τη γνώμη μου δεν έχουμε να κάνουμε μ’ένα δίπολο: θέλουμε και κρατική χρηματοδότηση όταν κάποιος επιλέγει την απεξάρτηση, αλλά θέλουμε και όταν κάποιος επιλέγει τη χρήση να μην πεθάνει απ’αυτό. Ένας χρήστης που θα πεθάνει από υπερβολική δόση, δε θα φτάσει ποτέ στο σημείο να αναζητήσει θεραπεία.
Πρέπει να πω ότι οι επιθετικές πολιτικές λιτότητας στον Καναδά έχουν οδηγήσει σε περικοπές στην απεξάρτηση. Το ίδιο κράτος που κάνει αυτές τις περικοπές θέλει εμάς να παραπέμπουμε τους χρήστες στις λιγοστές υπηρεσίες, που έχουν μεγάλες λίστες αναμονής. Μας ζητά δηλαδή να καθόμαστε στο τηλέφωνο κάθε μέρα και να μιλάμε με ανθρώπους που μας λένε ότι έχουν ανάγκη από υποστήριξη και να προσπαθούμε να τους εξασφαλίσουμε πρόσβαση σε δομές που δεν υπάρχουν. Αυτό δεν έχει κανένα νόημα. Επίσης να πω ότι τουλάχιστον όσον αφορά το Βορειοαμερικανικό μοντέλο στη θεραπεία, το παράδειγμα των 12-step programs [προγράμματα απεξάρτησης σε 12 βήματα] έχει φέρει ιδιωτικοποιήσεις και μια βιομηχανία της τάξης του 1 δις δολλαρίων. Πολύς κόσμος βγάζει χρήματα από τη θεραπεία. Κάποιοι χρήστες όμως βγαίνουν απ’τα προγράμματα και υποτροπιάζουν και παγιδεύονται σε αυτόν τον φαύλο κύκλο. Δεν υπάρχουν στοιχεία για υψηλά ποσοστά επιτυχίας σε αυτές τις παρεμβάσεις· για κάποιους χρήστες λειτουργούν, για άλλους όχι. Εάν κοιτάξει κανείς και την οικονομική αποδοτικότητα, οι ΧΕΧΝ είναι ένας τρόπος να αντιμετωπίσουμε το κόστος της ιατρικής κάλυψης για μετάδοση HIV ή HCV, η οποία δίνεται εφ’όρου ζωής.
Τα δεδομένα δείχνουν επίσης ότι ο Πόλεμος κατά των Ναρκωτικών, το να ρίχνουμε περισσότερα χρήματα στην καταστολή, δεν λειτουργεί. Πρέπει να δει κανείς τι συνθήκες δημιουργούνται σε ένα καθεστώς παρανομίας. Έχουμε ότι και με την ποτοαπαγόρευση στις αρχές του 20ου αιώνα, όπου η μπύρα και το κρασί αντικαταστάθηκαν με “σκληρά” οινοπνευματώδη. Σε ένα παράνομο καθεστώς υπάρχει η τάση προς πιο σκληρές ουσίες. Στο Τορόντο έχει γίνει κάτι ανάλογο με το οποιοειδές fentanyl. Υπάρχει μια παρεξήγηση στα ΜΜΕ στην Β. Αμερική ότι οι ουσίες που πωλούνται είναι νοθευμένες με fentanyl. Αυτό όμως που έχουμε δει είναι ότι οι χρήστες ψάχνουν το fentanyl, δεν είναι κάτι που αγοράζουν κατά λάθος. Πριν μερικά χρόνια στο Τορόντο είχαμε πρόβλημα ηρωίνης, τώρα πια δεν τη βρίσκεις πουθενά. Ένα από τα αίτια για αυτήν την κατάσταση είναι ότι πριν χρόνια, οι συνταγές για οπιοειδή δίνονταν μαζικά και οι γιατροί δεν ήξεραν αρκετά για το ρίσκο του εθισμού. Όταν όμως το συνειδητοποίησαν έκοψαν τις συνταγές ξαφνικά. Κάποιος λοιπόν με χρόνιο πόνο στα γόνατα για παράδειγμα, ξαφνικά δεν μπορούσε να πάρει τα χάπια του. Οι άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους προς αναζήτηση των ίδιων ουσιών, όμως οι ουσίες στους δρόμους είναι πιο ισχυρές. Οι περισσότερες δεν είναι επαναπωλήσεις από συνταγογραφημένα φάρμακα αλλά έχουν κατασκευαστεί σε παράνομα εργαστήρια στο εξωτερικό και δεν μπορεί να γνωρίζει κανείς το βαθμό τοξικότητάς τους.
Αυτή η κατάσταση δεν θα σταματήσει μέχρι να τελειώσει η ποινικοποίηση και η απαγόρευση. Μόνο ένα μοντέλο όπως αυτό της Πορτογαλίας μπορεί να αναστρέψει τα πράγματα.
– Η αντίδραση μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού απέναντι στους χώρους ελεγχόμενης χρήσης συνοψίζεται πολλές φορές με τον όρο NIMBY-ism. [not in my back yard=όχι στην πίσω αυλή μου]. Τί πιστεύεις ότι δίνει ώθηση σε αυτήν την αντίληψη και στα επίμονα στερεότυπα κατά των χρηστών;
Δεν είναι απλή η απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Δεν υπάρχει ένα είδος χρήστη. Όλοι οι άνθρωποι μπορεί να είναι εν δυνάμει χρήστες. Οι χρήστες όμως που αντιμετωπίζουν τις χειρότερες συνέπειες είναι φυλετικοποιημένα άτομα, άστεγοι, μη προνομιούχοι. Εάν πέθαιναν άνθρωποι της μεσαίας τάξης μαζικά, θα είχαμε μεγάλους τίτλους ειδήσεων και περισσότερη προσοχή στο πρόβλημα.
Στον πυρήνα της χρήσης πιστεύω ότι βρίσκεται ο πόνος, τα τραύματα, η φτώχεια και μια αναζήτηση ανακούφισης απ’τον πόνο. Εφόσον οι κοινωνίες δεν παρέχουν λύσεις για την αποξένωση, τα ναρκωτικά είναι για κάποιους ένας τρόπος. Το να τους κατηγορούμε αντί να αναρωτιόμαστε από που προέρχεται ο πόνος τους, γιατί ας πούμε δεν έχουν κάπου να μείνουν ή γιατί δεν έχουν πρόσβαση σε δωρεάν ψυχοθεραπεία, χειροτερεύει την κατάσταση μέσω του στίγματος.
Οι αντιλήψεις όμως έχουν αλλάξει και η συζήτηση έχει μετακινηθεί. Υπάρχουν πολίτες που συμπεριφέρονται σαν όλα αυτά να μην συμβαίνουν και θέλουν να απωθηθούν οι χώροι αυτοί απ’τις γειτονιές τους. Πολύς κόσμος όμως ξέρει ότι οι χώροι μας έχουν αποτέλεσμα. Η πρώτη μας σκέψη όταν πήγαμε στο Moss Park ήταν ότι θα μας συλλάμβαναν· το φοβόμασταν. Όμως κάποιοι άνθρωποι άρχισαν να μας φέρνουν φαγητό, ακόμα και μετρητά.
– Θα συνεχίσετε;
Ναι. Σε όσους ακτιβιστές και χρήστες παλεύουμε δεν έχει χαριστεί τίποτα. Υπάρχουν δυνατά δίκτυα με ανθρώπους που έχουμε περάσει πολλά μαζί. Ζούμε σε έναν πόλεμο. Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε.