Σίσσυ Μπάρα, οικονομολόγος και ιστορικός
To proceso de cambio, η διαδικασία της κοινωνικής αλλαγής που εγκαινίασε ο Μοράλες πριν απο 14 χρόνια και που θυμίζει σε πολλά σημεία τη ρητορική του προγράμματος κοινωνικής αλλαγής του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 στην Ελλάδα, σφραγίστηκε με μια –χωρίς προηγούμενο για τη χώρα αυτή της λατινικής Αμερικής– νίκη των λαϊκών στρωμάτων και ιδιαίτερα των ιθαγενών. Είχε προηγηθεί βέβαια η νίκη του Τσάβες στη Βενεζουέλα με 56% το 1994 και του Λούλα το 2002 με 46% στη Βραζιλία. Η εκλογική αυτή νίκη του Μοράλες εξέθρεψε μεγάλες ελπίδες για τη σοσιαλιστική πορεία της χώρας και συνέπεσε χρονικά με την σταθερή άνοδο των τιμών ή αλλιώς τον υπερκύκλο (αφορά τις διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών1).
Πράγματι από το 1995 μέχρι το 2009 ο δείκτης τιμών των πρώτων υλών αυξανόταν σημαντικά, δίνοντας τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις χωρών παραγωγής πρώτων υλών, όπως αυτές του Μοράλες στη Βολιβία, της Κίρσνερ στην Αργεντινή, του Λούλα στη Βραζιλία ή του Κορέα στο Εκουαδόρ, να χρηματοδοτήσουν μέσω φορολογίας μια σειρά από κοινωνικά προγράμματα στήριξης της φτώχειας, όπως αυτό της μηδενικής φτώχειας και της οικογενειακής ενίσχυσης (Bolsa Familia ) στη Βραζιλία2. Αντίστοιχα κοινωνικά προγράμματα ψηφίστηκαν και στη Βολιβία. Το πιο σημαντικό είναι τα περίφημα Bonos. Αυτά πήραν το όνομά τους από τον βολιβιανό ήρωα του πολέμου του Ειρηνικού εναντίον της Χιλής το 19ο αιώνα, τον Bono Juancito–Pinto. Τα Bonos θεσπίστηκαν για πρώτη φορά το 2006. Ήταν αναδιανεμητικά πακέτα παροχών που χορηγούνταν στο 42% των οικογενειών της χώρας με βάση το εισόδημα και χρηματοδοτούσαν ετησίως με 200 μπολιβιάνος (νόμισμα της Βολιβίας τα έξοδα μετακίνησης, σχολικής ένδυσης και υλικών για κάθε μαθητή (το ποσό αντιστοιχεί περίπου σε είκοσι έξι ευρώ). Τα πακέτα αυτά ανακούφισαν τις οικογένειες και μείωσαν σημαντικά και τη παιδική εργασία.
Το δεύτερο σημαντικό πρόγραμμα καταπολέμησης της φτώχειας ήταν τα πακέτα bono Juana–Azurduy, που πήραν το όνομά τους από έναν ακόμα ήρωα του πολέμου της βολιβιανής ανεξαρτησίας. Δίνονταν στις μητέρες με χαμηλά εισοδήματα που είχαν παιδιά μέχρι δύο ετών. Τέλος θεσπίστηκε το επίδομα αξιοπρέπειας που δόθηκε σε όλες και όλους τους πολίτες της Βολιβίας άνω των 60 ετών, που είχαν μείνει χωρίς δουλειά3.
Παρότι τα κοινωνικά αυτά προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας έδωσαν μεγάλη ανάσα στα φτωχά νοικοκυριά και καλλιέργησαν προσδοκίες για ένα ακόμα καλύτερο μέλλον, δεν ήταν δυνατόν από μόνα τους να εξαλείψουν τις δυνάμεις εκείνες που δημιουργούν τις κοινωνικές ανισότητες και παράγουν τη φτώχεια. Δεν άλλαξαν με άλλα λόγια ούτε τις σχέσεις παραγωγής ούτε το καπιταλιστικό παραγωγικό μοντέλο. Η αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών στη Βολιβία αναμφίβολα βελτίωσε την αγοραστική δύναμη των φτωχών και έδωσε ώθηση στην οικονομία, αλλά αυτό δεν συνιστά αναδιανεμητική πολιτική μακράς πνοής αφού βασίστηκε στα ευκαιριακά έσοδα που η οικονομική συγκυρία του υπερκύκλου επέτρεψε να δημιουργηθούν.
Η στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης του Μοράλες ήθελε τη χώρα να παραμένει εξαρτημένη από την εξόρυξη και την παραγωγή πρώτων υλών: ο χρυσός, ο ψευδάργυρος, το φυσικό αέριο αντιπροσώπευαν (κι εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν) πάνω από το 65%4 των συνολικών εξαγωγών της χώρας. Από την άλλη πλευρά είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση του Μοράλες εθνικοποίησε τον τομέα των υγρών καυσίμων5 – χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει την εξαφάνιση των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών. Αυτές παρέμειναν στην αγορά ως οι βασικοί παίκτες.6 Είναι επίσης γεγονός ότι οι φόροι που διαπραγματεύτηκε ο Μοράλες με αυτές τις επιχειρήσεις τού επέτρεψαν να χρηματοδοτήσει κοινωνικά προγράμματα και επενδυτικά σχέδια7. Όμως μια στρατηγική βασισμένη αποκλειστικά και μόνο στις εξαγωγές πρώτων υλών αργά ή γρήγορα θα επηρεαζόταν από τις διακυμάνσεις των τιμών τους στη διεθνή αγορά, συμπαρασύροντας στο διάβα τους οποιαδήποτε προσπάθεια αναδιανεμητική πολιτικής.
Όπως ακριβώς είχε πει εδώ και 60 χρόνια και ο Αργεντινός οικονομολόγος Raul Prebisch8 (αλλά και πολλοί άλλοι οικονομολόγοι που ασχολήθηκαν με τις θεωρίες της Εξάρτησης 9), οι κύκλοι των τιμών των πρώτων υλών είναι θανάσιμος κίνδυνος για την οικονομία των χωρών της Λατινικής Αμερικής στον βαθμό που η οικονομία τους εξαρτάται αποκλειστικά από την αγορά, δηλαδή από τις εξαγωγές πρώτων υλών. Επομένως η Βολιβία ως κατεξοχήν χώρα εξαγωγής πρώτων υλών δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση και, όταν ο υπερκύκλος της αγοράς των πρώτων υλών ολοκληρώθηκε με τη κρίση του 2009 και τη πτώση των τιμών, οι συνέπειες στην οικονομία δεν άργησαν να φανούν. Στον μεταλλευτικό τομέα τα πράγματα πήραν μια τροπή πιο περίπλοκη. Μια πλευρά της μεταλλευτικής βιομηχανίας έμεινε στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών, ενώ μια άλλη στους μεταλλευτικούς συνεταιρισμούς. Εδώ οι αντιφάσεις που υπήρχαν ήταν οι εξής: ένα τμήμα των επιχειρήσεων του μεταλλευτικού κλάδου ήρθε σε σύγκρουση με το συνδικαλιστικό κίνημα των μεταλλωρύχων, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν βίαια επεισόδια· σε άλλες περιπτώσεις κοινότητες ιθαγενών αντιστάθηκαν σε μεγάλα μεταλλευτικά επενδυτικά σχέδια της κυβέρνησης εξαιτίας των συνεπειών που είχαν για το περιβάλλον. Χαρακτηριστική είναι αυτή των ιθαγενών του TIPNIS10. Πίσω από τον μύθο της συνταγματικής προστασίας των δικαιωμάτων της Μάνας Γης (Pachamama), η χώρα παρέμεινε παραδομένη στο έλεος της εξορυκτικής βιομηχανίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βολιβία είναι η πιο μολυσμένη χώρα από τον υδράργυρο11.
Ο Μοράλες στις εκλογές του 2014 θριάμβευσε λαμβάνοντας το 61% των ψήφων, αλλά έχασε στο δημοψήφισμα του 2016 με αίτημα την αλλαγή του Συντάγματος (εξέλιξη που θα του έδινε τη δυνατότητα να συμμετάσχει για τέταρτη φορά στις επόμενες εκλογές). Έκανε τότε το μοιραίο –για πολλούς και πολλές– λάθος να προσπαθήσει να αντιστρέψει το αποτέλεσμα με διάφορους έμμεσους τρόπους, όπως ήταν η προσφυγή του στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο που ακύρωσε το δημοψήφισμα. Έτσι άνοιξε τον δρόμο του πραξικοπήματος σε μια αντιπολίτευση που καραδοκούσε και δεν είχε ξεχάσει ποτέ το ρατσιστικό της μίσος απέναντι στον ιθαγενή ινδιάνο φτωχό Μοράλες και σε ό, τι εκείνος αντιπροσώπευε.
Αυτή την περίοδο που διανύουμε ολόκληρη η λατινική Αμερική εξακολουθεί να είναι εγκλωβισμένη σε έναν αναποτελεσματικό για τις χώρες τρόπο ενσωμάτωσης στην παγκόσμια οικονομία – συνέπεια της εξάρτησης από τις εξαγωγές πρώτων υλών και της κρίσης των τιμών τους, και σταθερά προσανατολισμένη στην τραγική για το περιβάλλον εξορυκτική πολιτική ως λύση στο καπιταλιστικό αδιέξοδο. Τα επιδόματα στα φτωχά λαϊκά στρώματα μπορεί να δίνουν μικρές ανάσες ζωής, μακροπρόθεσμα όμως δεν αποτελούν από μόνες τους μια αποτελεσματική στρατηγική ούτε ανάπτυξης ούτε και αναδιανομής του εισοδήματος προς όφελος της μεγάλης πλειοψηφίας.
Ανεξάρτητα λοιπόν από τους πολιτικάντικους ελιγμούς του Μοράλες με το δημοψίσμα του 2016, το κλειδί για την κατανόηση της σημερινής πολιτικής κρίσης και της δυναμικής του πραξικοπήματος στη Βολιβία θα πρέπει να αναζητηθεί όχι μόνο στα γραφεία των μυστικών υπηρεσιών και της αμερικάνικής πρεσβείας, αλλά και στα αδιέξοδα της πολιτικής του ίδιου του Μοράλες. Παρά τη ρητορεία της, πρόκειται για μια ρεφορμιστική πολιτική, που επιμένει να αναζητά τρόπους υπέρβασης των καπιταλιστικών αδιεξόδων εντός καπιταλισμού και με τους δικούς του όρους χωρίς να επιχειρεί αλλαγή παραδείγματος.
https://import–export.societegenerale.fr/fr/fiche–pays/bolivie/presentation–fiscalite και https://www.researchgate.net/publication/260966899_Les_grands_chantiers_de_la_Bolivie_d‘Evo_Morales